ΟΙ ΑΤΟΜΙΚΟΙ ΑΠΑΝΤΟΥΝ ΣΤΟΥΣ ΕΛΕΑΤΕΣ*
Ο Αριστοτέλης πραγματεύεται τη σύνθεση της ύλης στην πραγματεία του Περί γενέσεως και φθοράς. Στο κεφ. 8 του πρώτου βιβλίου διερευνά τις απόψεις των προγενέστερων φιλοσόφων γύρω από το θέμα της αλληλεπίδρασης των διαφόρων υλικών ουσιών (τό ποιεῖν καί πάσχειν). Πρώτους μνημονεύει εκείνους που θεωρούσαν ότι οποιαδήποτε αλληλεπίδραση συμβαίνει μέσω των “πόρων”, ενώ στη συνέχεια συγκρίνει τη θεωρία των πόρων μ’ εκείνη του Λεύκιππου και του Δημόκριτου:
Ορισμένοι, λοιπόν, ανάμεσα τους κι ο Εμπεδοκλής, υποστήριξαν σε σχέση με ορισμένες ουσίες την εξής θεωρία, ότι, δηλαδή, δεν αναμειγνύονται μεταξύ τους μόνο οι ουσίες που βρίσκονται σε αλληλεπίδραση, αλλά, όπως ισχυρίζονται, αναμειγνύονται και οι ουσίες, των οποίων οι πόροι είναι συμμετρικοί μεταξύ τους. Με εξέχουσα μέθοδο και με μια θεωρία που έκανε λόγο γενικώς για όλες τις ουσίες, ο Λεύκιππος και ο Δημόκριτος είχαν ως αφετηρία τους τη φύση όπως αυτή υπάρχει [ἥπερ ἐστίν][1].
Ορισμένοι λοιπόν από τους αρχαίους στοχαστές πίστευαν ότι αυτό που είναι πρέπει κατ’ ανάγκην να είναι ενιαίο και αμετάβλητο, μια και το κενό δεν υπάρχει, κι έτσι δεν θα είναι δυνατή η κίνηση αφού το κενό δεν έχει αυτόνομη ύπαρξη, αλλά δε θα είναι δυνατή ούτε η ύπαρξη των πολλών μια και δεν υπάρχει κάτι που να τα ξεχωρίζει – υποστηρίζουν δηλαδή ότι, εάν κάποιος ισχυρίζεται ότι το σύμπαν δεν είναι συνεχές, αλλά συνίσταται από μέρη που εφάπτονται το ένα με το άλλο, η άποψη αυτή δε διαφέρει σε τίποτα από τη θεωρία που υποστηρίζει ότι το σύμπαν δεν είναι ένα, αλλά πολλά, και είναι κενό. Διότι εάν είναι διαιρετό παντού, δεν υπάρχει η μονάδα, κι επομένως ούτε τα πολλά, αλλά το όλον είναι κενό. Αφετέρου, εάν είναι διαιρετό σε μια περιοχή και σε κάποια άλλη όχι, αυτό μοιάζει με φανταστική σύλληψη. Γιατί σε πόση έκταση είναι άραγε διαιρετό και για ποιον λόγο ένα μέρος του όλου είναι έτσι – είναι πλήρες – ενώ ένα άλλο μέρος του είναι διαιρεμένο σε μέρη.
Κατηγορία: ΕΛΕΑΤΕΣ
Ο ΕΜΠΕΙΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΞΕΝΟΦΑΝΗ
ΚΑΙ Η ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΤΟΥ ΚΡΙΤΙΚΗ (αποςπ. Β34)*
Αν εκλάβουμε τη λέξη «φιλοσοφία» με το πιο αυστηρό νόημα, τότε από όλα όσα είπε και πραγματεύτηκε ο Ξενοφάνης (τουλάχιστον από όσα ξέρουμε), μόνο η διδασκαλία του για τον θεό και η γνωσιολογική του κριτική μπορεί να συμπεριληφθεί μέσα σ’ αυτό το νόημα. Ως προς τα υπόλοιπα αυτός ο αξιόλογος άνδρας φανερώνεται ολωσδιόλου μη φιλοσοφικός[1].
Βέβαια ο Ξενοφάνης, όπως και οι Ίωνες φιλόσοφοι, κατασκεύασε μια κοσμοεικόνα, και με τούτο αντιπαρήλθε, όπως κι εκείνοι, τους θεούς της λαϊκής πίστης. Αλλά οι φυσικοί είχαν προχωρήσει περισσότερο· θέλησαν να ιδούν διαμέσου της επιφάνειας της φύσης, και πίστεψαν ότι πίσω από τα έντονα επιβαλλόμενα φαινόμενα διακρίνουν το έργο ενός θεμελιώδους στοιχείου ή μιας θεμελιώδους υπόστασης, ταυτόχρονα φυσικής και υπερφυσικής. Αντίθετα ο Ξενοφάνης φαίνεται ότι κατέτεινε στο να συλλάβει τον κόσμο εντελώς απλά’ να καταστήσει μη αναγκαία κάθε εξήγηση της δομής και της λειτουργίας του κόσμου που εγκατέλειπε την περιοχή της αφελούς αίσθησης. Διατηρείται όσο μπορεί κοντύτερα στα άμεσα δεδομένα.



